ΚΕΛΤΕΣ ΟΥΑΛΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΚΤΟΥ ΑΙΩΝΑ, ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 5:26 μ.μ.

0

Ταλιεζίν (Taliezin)

Μεταμορφώσεις

ένα πλήθος περιβλήθηκα όψεις
πριν την οριστική μορφή μου πάρω
κι όλες τους τις θυμούμαι καθαρά.

ήμουν στενό και χρυσωμένο ακόντιο
ήμουν στάλα βροχής μέσα στον αέρα
ήμουν το πιο βαθύ απ' τ' αστέρια αστέρι

ήμουν ανάμεσα στα γράμματα μια λέξη
ένα βιβλίο στην αρχήν-αρχήν ήμουν
ήμουν φως λύχνου

για μιάμιση χρονιά 'μουν
ένα γεφύρι απέραντο ριγμένο
πάνω σ' εξήντα βάραθρα

ήμουν θαλάσσιο ρεύμα αετός ήμουν
βάρκα ψαράδικη ήμουν στη θάλασσα πάνω
ήμουν συμπόσιου έδεσμα

νεροποντής ήμουν σταγόνα
ήμουν σπαθί μες σε σφιγμένο χέρι
ήμουν ασπίδα μες στη μάχη
ήμουν για εννιά χρονιές χορδή μιας άρπας

ήμουν νερό κι ήμουν αφρός
κ' ήμουν σφουγγάρι στη φωτιά
κι ήμουν δεντρό με μυστηριώδες ξύλο

....

στις κορφές του βουνού
όφις ήμουν κατάστικτος
ήμουν οχιά στη λίμνη
κι αστέρι πάνω από τους μεγάλους αρχηγούς

διαμοίρασα το υγρό πάνω στον κόσμο
ήμουν ιερέας σεβαστός
με την κούπα μου και το άμφιό μου

προφητείες κακές δεν έχω κάμει
μες στον καπνό των ογδόντα βωμών προείπα
την τύχη που σε κάθε άνθρωπο εδόθη

στα πεδία του αίματος νικητής ήμουν
κόκκινη της ζώνης μου είναι η πέτρα
η ασπίδα μου χρυσή 'ναι γύρω - γύρω

κάτω απ' το γόνατό μου έχω δαμάσει
κιτρινόχρωμους δρόμωνες έξι
πλην εκατό φορές είναι
καλύτερος ο Μελέιγκαν τ' άλογό μου
είναι γλυκός καθώς θαλασσοπούλι
που ποτέ δεν αφήνει 
το ήρεμο περιγιάλι

μακρά 'ναι και λευκά τα δάχτυλά μου
πάει πια καιρός που βοσκός ήμουν
περιπλανήθηκα πολύν καιρό στη γη
πριν επιδέξιος γίνω στη σοφία

περιπλανήθηκα περπάτησα
κοιμήθηκα σ' εκατό νησιά
κινήθηκα σ' εκατό πόλεις...

(Ο Taliezin ήταν βάρδος*** της αυλής του Ουρύεν και, μετέπειτα, των γιών του. Τιμήθηκε με τον τίτλο του "αρχιβάρδου". Τα πιο ενδιαφέροντα από τα ποιήματά του είναι τα μυθολογικά, ενώ τα προφητικά που του αποδίδονται πιθανό να μη του ανήκουν).

___


Λίγουαρκ 'χ Χεν  (Llywarc' h - Hen)

Το χιόνι

δηκτικός είναι ο άνεμος και γυμνός ο λόφος
δύσκολο είναι να βρει κανένας καταφύγιο
ταραγμένο ποτάμι παγωμένη λίμνη

κύμα το κύμα κυλούν κατά το όχτο
σα να σκληρίζουν κραυγές στα λοφοκόρφια
- αν υπάρχει ένας δίκαιος ας σιμώσει

κρύα 'ναι η λίμνη κάτω απ' τη θύελλα του χειμώνα
των καλαμιών αλύγιστα είναι τα στελέχη
- ευτυχής που στο στήθος του το δοκάρι βλέπει

κρύα 'ναι η κλίνη του ψαριού στα παγωμένα του σεντόνια
το 'λάφι ισχνό των καλαμιών κουνιέται και διπλώνει η φούντα
το βράδυ σύντομό 'ναι γέρνουνε τα δέντρα

ας πέσει πια κι ας απλωθεί το λευκό χιόνι
οι πολεμιστές τρέχουν προς τις μάχες
κρύες οι λίμνες δίχως τ' αγαθά της ζέστας

ας πέσει πια στην παγωμένην επιφάνεια το άσπρο χιόνι
γρήγορος ο άνεμος τις δεντροκορφές μόλις που αγγίζει
γερή 'ναι η ασπίδα του γενναίου στον ώμο

ας πέσει πια το χιόνι καθώς πάχνη
στον ώμο γέροντα άχρηστη είναι η ασπίδα
πανύψηλος είναι ο άνεμος και παγωμένος

ας πέσει πια το χιόνι ας σκεπάσει την κοιλάδα
οι πολεμιστές τρέχουν προς τις μάχες
μα εγώ δεν το μπορώ τόσο βαριά 'μαι κουρασμένος

ας πέσει πια το χιόνι στην πλαγιάν επάνω
το σπαθί μου μες στο θηκάρι του ισχνά τα ζωντανά μου
το κρύο δεν είναι ευχάριστο τούτη τη μέρα

ας πέσει πια το χιόνι ψηλά τα βουνά ασπρίσαν
γυμνά 'ναι τα σκαριά του καραβιού στη θάλασσα πάνω
πολλοί σε μάταιες φλυαρίες χάνουν τον καιρό τους

γύρω από κόρνα κινούνται χρυσά χέρια υψώνονται τα κόρνα
το ρυάκι πάγωσε ο ουρανός απαστράπτει
το βράδυ σύντομό 'ναι απόκαμαν οι κορφές των δέντρων

νύχτα μακρά γυμνός χερσότοπος ακτή λευκή
τεφρός ο όμορφος γλάρος στην άκρη του βαράθρου
ρυτιδωμένες οι θάλασσες - θα βρέξει

δρόμος υγρός ξερός ο άνεμος πάλι η κοιλάδα παίρνει
την παλιά της μορφή τα γαϊδουράγκαθα παγώσαν
στιλπνό ποτάμι αχαμνά λάφια μα ο καιρός θα φτιάξει

κακοκαιρία στο βουνό απάνω θολά τα ποτάμια
χείμαρροι τα νερά θα κατακλύσουνε τις πόλεις
κ' η γη μ' ωκεανό θα μοιάζει μόνο

(Ο Llywarc'h - Hen, είναι ο καλύτερος απ' όλους τους Κέλτες Ουαλούς ποιητές του 6ου αιώνα . Πέθανε σε ηλικία εκατό χρονών, το 590 - το όνομά του σημαίνει "γέροντας" - . Ήταν ταυτόχρονα βάρδος, ηγεμόνας και πολεμιστής. Ο ίδιος αναφέρει ότι είχε αποκτήσει εικοσιτέσσερις γιους, που έπεσαν όλοι κάτω από τα σπαθιά των Λαιγκρίων - των Άγγλων και των Σαξόνων οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στα νοτιοανατολικά της Αγγλίας).

___


Μυρντύν (Myrddyn)

Υσκολάν

Μαύρο είναι τ' άτι σου η κάπα σου μαύρη είναι
μαύρο το πρόσωπό σου μαύρος κι ο ίδιος εσύ
ναι κατάμαυρος Υσκολάν εσύ 'σαι;
είμαι ο σοφός Υσκολάν ο νους μου αλαφρός είναι
πλην σκεπασμένος με σύννεφα το να 'χεις
τον Κύριο προσβάλει τόσο αγιάτρευτο είναι;

έκαψα μια εκκλησιά σκότωσα τις γελάδες
ενός σχολειού και στα κύματα έρριξα τη Βίβλο
η μετάνοιά μου είναι βαριά αλήθεια 

πλάστη εσύ των πλασμάτων ο μέγιστος όλων
των προστατών μου το λάθος μου συγχώρεσέ μου
εκείνος που σε πρόδωσε σ' έχει εξαπατήσει

μια ολόκληρη χρονιά μ' είχανε δέσει
στο Μπανγκόρ στον πάσσαλο του προχώματος πάνω
σκέψου τι τράβηξα απ' της θαλάσσης τα σκουλήκια

αν ήξερα αυτό που ξέρω τώρα καθώς ο άνεμος που πνέει
ελεύθερος μέσα απ' την κυματίζουσα κορφή των δέντρων
ποτέ δε θα είχα πράξει αυτό το λάθος

(ο βάρδος Myrddyn, συγχέεται συχνά με τον Μέρλιν το Μάγο, μυθικοϊστορικό πρόσωπο. Πιθανό ο Μυρντύν να ήταν μεταγενέστερος).

___

*** Οι "βάρδοι" (και για την Κέλτικη Ιρλανδική ποίηση), ήταν μια επαγγελματική τάξη ποιητών - γενεολόγων και ιστοριογράφων που εξυμνούσαν στις αυλές των φεουδαρχών τους ίδιους, τους προγόνους και τους επιγόνους τους.