Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 5:42 μ.μ.

0

Αυτός ο τόπος ποιητικού Πολιτισμού και ευαισθησίας δεν έχει περιφράξεις για κανέναν.
___________________________________________

  Η (εικοστή όγδοη) ανανέωση ύλης της ιστοσελίδας ολοκληρώθηκε. Η επόμενη ανανέωση θα γίνει στις 30  Ιούλη 2018.
  Το συνολικό περιεχόμενο υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα που, στο σύνολό τους, ανήκουν στους δημιουργούς, και έχουν κατοχυρωθεί σύμφωνα με την Ελληνική και Διεθνή νομοθεσία, καθώς και με την κατάθεση σε Ελληνικούς και Διεθνείς Οργανισμούς.
  Οι καταχωρήσεις ήταν και θα παραμείνουν πάντοτε απολύτως αφιλοκερδείς.

ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ, ΠΟΘΕΝ Η ΛΕΞΗ ΤΡΑΓΟΥΔΩ, ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ / ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΓΑΡΑΝΤΟΥΔΗΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΑΜΜΥΘΟ / ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, ΝΥΧΤΕΡΙΝΕΣ ΑΓΑΘΟΕΡΓΙΕΣ, ΟΙ ΚΙΤΡΙΝΕΣ ΚΛΩΣΤΕΣ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 5:38 μ.μ.

0

Νάνος Βαλαωρίτης

Πόθεν η λέξις τραγουδώ. 

Όταν ακούω τη λέξη τραγουδώ
αρχίζω να πετάω στον αέρα
νηφάλιος σα χαρταετός
κι έχω μια χάρτινη σακούλα που 'χει γάλα
έτσι δε λεν πως άρχισε η αγελάδα
που την αρμέγουν το πρωί με το δεξί
και το βράδυ με τ' αριστερό 
κι απ' το παράθυρο ένα
μάτι κοιτάει για να διακρίνει κάτι
που δε το βλέπουν τόσο καθαρά
οι λουόμενοι απ' την αντικρινή στεριά
κι ένα πανάρχαιο ρητό που μοιάζει
με το πρόγονό μας το φαλλό
και τη μαμά με τα πολλά βυζιά
και τις χιλιάδες νύμφες στ' ακρογιάλια 
των βράχων με τις αμμουδιές
που περιβάλλουν το νησί με ζώνη
αφρού - μα δεν είναι η μόνη 
άπιαστη μορφή που κυνηγάμε
σέλας μιας νύχτας του χειμώμα
δίπλα στη λάμπα και στο τραπεζάκι
κι από πάνω μου μια στήλη άλατος
σκύβει ανάλαφρα να δει τι γράφω
μα εγώ δε γράφω - ζωγραφίζω
μια πανάρχαια μητέρα γη
κουκουλωμένη φωτεινή μητέρα
πότε όρθια πότε καθιστή - και πότε
ξαπλωμένη.

*

Επικίνδυνοι συσχετισμοί (απόσπασμα)

Στενότατη σχέση θάλασσας με άλλα γενικότερα θέμα-
τα. Θερμοκρασία, καιρός, βαρόμετρο, ακολουθούν πιστά
από πίσω. Λίγο λαχανιασμένος τρέχω στις πλαγιές. 
Για να παραστώ στην παράσταση πρέπει να φορέσω ρού-
χα καφέ. Δε σχηματίζονται εύκολα οι λέξεις στο κεφά-
λι μου. Δε μου πάνε οι συλλαβές. Τις διαλέγουν ερήμην 
μου οι οδηγίες. Και τις πηγαίνουν όπως τις πέτρες από 
λιμάνι σε λιμάνι. Υπάρχει μια τραγική αφθονία έλλει-
ψης. Υπάρχει μια αφθονία τραγικής έλλειψης. Υπάρ-
χει μια έλλειψη τραγικής ειρωνείας. Πέστε μου τι θα 
'κανε τη ζωή καλύτερη απ' ό,τι είναι;..........................

Πειρατές καραδοκούνε 
για ν' αρπάξουν το παιδί 
να διαφθείρουν τη γυναίκα
και να φύγουνε στις δέκα.

Για να μη ξεκαλοκαιριαστούμε εδώ στο πόρτο γείραμε 
στο βυθό να ξεκουραστούμε. Η φήμη σου όσο πάει και 
χλωμιάζει ανάλογα με τις εποχές. Μόνο τ' όνομα διαδί-
δεται για να μη σου βγει το μάτι. Κτήνος γιατί δεν 
έγραφες τόσο καιρό. Σου προσάπτω μόνο ό,τι ξεχνάω.

Σκύλα που γάβγιζες, στον κάβο
δίχως κανένας να σε πάρει κάβο.

...................................................

Αποταμιεύω τις ρίζες μου για μια καλύτερη αύριο. Ξέ-
ρεις πως όπου ν' αράξεις, κάποιος θα σε παραλάβει.
Όλο το πρωί παίζαμε κάτω από τα δέντρα. Όταν με-
γαλώσαμε, οι ίσκιοι πήγαν μέσα στο σπίτι και κάθισαν.

Όταν βρεθεί τ' αθάνατο νερό
μες στο βυθό της θάλασσας
δε θα επιστρέψεις σπίτι σου
σε συγγενείς και φίλους.

Κι αποκοιμιέσαι στο τιμόνι πίνοντας σκέτο οινόπνευμα.
Πίνοντας τσάι απ' τη Βομβάη μη σου καούνε τα πλεμόνια.

Κατάδικοι παίζατε χαρτιά
στης Συγγαπούρης τα κελιά.

Έτσι όπως την καταντήσατε, η αγάπη έμεινε στον τό-
πο.

Πρωί βράδυ μεσημέρι
μου ακουμπούσες το μαχαίρι
στην ανοιγμένη την πληγή
που δεν έγιανε με την αυγή.

.............................................

Δεν πήγαμε παραμέσα μη τυχόν και σκοντάψουμε πάνω
σε τίποτα. Μια ηθελημένη απόσταση από τα πράμμα-
τα. Από αυτά που λέγονται αντικείμενα. Ο θεός να τα 
κάνει. Το πιο μεγάλο αντι-κείμενο εγώ ο ίδιος. Τις
προάλλες έφυγαν διάφοροι. Ξαφνικά η πόλη άδειασε.
Τα πάρτυ λιγόστεψαν. Μείναμ' εμείς κι εμείς και βλε-
πόμαστε κάθε μέρα. Κάθε άλλη μέρα κάναμε έρωτα.
Μη ρωτάς πού και πώς. Ο έρωτας είχε ως μόνο σκοπό 
να μικρύνει την ιδέα της απομάκρυνσης από τους άλ-
λους. Οι περίπατοι στα δασάκια είχαν τον χαρακτήρα 
παραδείγματος........................................................

Θυμάρια, ρείκια, γαϊδουράγκαθα, τα μονοπάτια δεν 
άλλαξαν

Δε βαριέσαι έλεγε έτσι είναι οι άνθρωποι
Σήκωνε τα φρύδια της δείχνοντας κάποια αδιαφορία
Κατέβαζαν τα πρόσωπά τους σα να 'ταν κουρτίνες 
Περιορίζομαι τώρα στα λίγα αυτά κι επιφυλλάσομαι
γι 'αργότερα.

__

Ευριπίδης Γαραντούδης

Με τον τρόπο του

όπου κι αν ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει

Γιώργος Σεφέρης
"Με τον τρόπο του Γ.Σ."

Εις μνήμην... 

Σαν σκότωσαν οι Πραίτορες το αγένειο παιδί
-οι άφρονες γονείς του πώς δεν του 'παν
του προκομμένου τους, γόνου της καλής τάξεως,
να μη γυρνά σε λάθος τόπο λάθος ώρα;-
ο περισπούδαστος Παυλίστωρ, τρανός μας υπουργός
- της εξουσίας μας δόξα, αίμα των Καραμανλιδών -
αμέσως απεφάνθη, με τη δεινή του ευφράδεια,
σ' αυτούς που του ζητούσαν ένα σχόλιο:
"Μεμονωμένο ήταν το περιστατικόν".
Και πρόσθεσε κατόπιν, μειλίχειος όπως πάντα,
"Αν πάλι γίνει κάπως -κάτι βεβαίως που απεύχομαι -
τότε θα είναι δύο τυχαία γεγονότα.
Κι αν πάλι κάνει ο διάολος και επαναληφθεί
τότε θα κάμω λόγον δια σπάνια συμβάντα.
Κι αν ολωσδιόλου τρελαθούν οι Πραίτορες - άνθρωποι είμεθα δα! -
κι έχουν πυροβολήσει κοντά καμιά δεκάδα,
φρονώ πως θα μου γεννηθεί έντονη ανησυχία".
Σοφό, όπως συνήθως, το σχόλιό του κρίναμε.
Εξαίφνης λίγες μέρες κατόπιν σ' όνειρό του
ο περισπούδαστος Παυλίστωρ είδε
της Ιστορίας τον άγγελο με πύρινη ρομφαία
 να περιτριγυρίζει τις έρημες οδούς
και να φωτίζει άγριος την παγωμένη νύχτα.
Βαθέως ανησύχησε τον υπουργό το πράγμα
τι άραγε να σήμαινεν ο πυροφόρος άγγελος;
Ασφαλώς άσχετα είναι τα δύο γεγονότα:
Το σκοτεινό το ενύπνιο και του νεαρού το ατύχημα.
Ωστόσο προσπαθούμε - και θα εξακολουθήσουμε,
ύστερα απ' τις δικές του, τις αυστηρές συστάσεις - 
κάποια ερμηνεία να δώσουμε στο όνειρο εκείνο.

*

Από την ψάμμυθο

.......................

Αρμένιζες στα σύννεφα ρε

Δίχως απάγκιασμα

Τις λέξεις τις έμαθες μετά

Πού να 'ξερες τότε
με το πληγωμένο γόνατο
πως θα γινόσουν 
ο βιβλιοθηκάριος
του Αρτσιμπόλντο

Ν' αρμολογείς τα ποιήματα

Τι απογίνεται το παιδί

..................................

___


Τάσος Λειβαδίτης

Νυχτερινές αγαθοεργίες

Παρ' όλη τη δυσπιστία ή μάλλον την ευφυία μου,
καμιά φορά έπεφτα στην παγίδα, ιδιαίτερα όταν ε-
πρόκειτο περί συνωμοσίας, έτσι εκείνο το απόγεμα
μπήκα σ' ένα κατάστημα και ζήτησα ένα παλτό, αλ-
λά ο υπάλληλος, βραδύνους, "πρέπει να το πληρώσε-
τε" έλεγε, "μα πού ζούμε, του λέω - σε θηριοτρο-
φείο;", ήμουν έτοιμος μάλιστα να χειροδικήσω, αλλά
άρχισε να νυχτώνει κι έφυγα βιαστικά: ώρα που άνα-
βαν τα φώτα κι εγώ ήταν τόσοι φανοστάτες που έπρε-
πε κάθε νύχτα να τους τρέφω με το φόβο μου.

*

Οι κίτρινες κλωστές

Κατά τρόπο εντελώς παράδοξο το κλάμα ακου-
γόταν μόλις άνοιγα την κουρτίνα, "ποιος είναι;" ρω-
τούσα κι ας διαμαρτύρεται το κάθαρμα ο ληξίαρχος,
εγώ θα διαψεύδω το θάνατο των απόρων - ακούμ-
πησα τότε το κερί στο παράθυρο κι έτρεξα να εξαφα-
νιστώ μέσα στο πλήθος, γιατί όσο θυμάμαι τη ζωή
μου η μητέρα μου έραβε, η γυναίκα μου έραβε, ο διά-
βολος έραβε, γι' αυτό είμαι συνήθως χωρίς κουμπιά
         κι αυτός που θέλει να ζήσει αληθινά πολύ τον
βοηθάει να 'ναι απ' την αρχή ξεγραμμένος.

(εγχειρίδιο ευθανασίας)

Ο ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ (ΤΟΥ), ΑΦΙΕΡΩΜΑ Ή ΜΟΝΟΛΟΓΙΑ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 5:37 μ.μ.

0




Τα ποιήματα της περιόδου 1941-1956 του Μανόλη Αναγνωστάκη είναι από τα πιο αντιπροσωπευτικά και συνταραχτικά ντοκουμέντα μιας από τις πιο απάνθρωπες εποχές της ιστορίας. Είναι το αυθεντικό χρονικό της ψυχικής και πνευματικής τραγωδίας της πιο εκλεκτής, της πιο ευαίσθητης και πιο συνειδητής μερίδας της γενιάς εκείνης, που η εφηβεία της και η πρόωρη άνδρωσή της συμπίπτει με το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Στις 3 "Εποχές", τις "Παρενθέσεις" και τις 2 "Συνέχειες" βηματίζομε πάνω στα πιο ζοφερά μονοπάτια του τραγικού. Δεν είναι μονάχα σπαραγμός καρδιάς. Είναι και θλίψη πνεύματος.
Η επαφή μιας αγνής νιότης με τις θανατερές απόπνοιες ενός αποσυντεθιμένου κόσμου, κάνει να βγαίνουν τόνοι σπαραχτικοί από τα βάθη της ευαίσθητης ψυχής. Όλα είναι ασυμβίβαστα με την παιδική ψυχή, όλα είναι πόνος και αηδία, καταστροφή και εξευτελισμός, λεηλασία, ερημία.

Έχασα τα βιβλία μου, φώναζες, έχασα τα χαρτιά μου:
Έχασα κάθε τι που πιότερο στον κόσμο αγαπώ.
Είχες χάσει περισσότερο. Μιαν ατέλειωτη νεότητα...
*
Κι εγώ που ήμουνα πάντα ένα μαντήλι στο ψηλότερο
κατάρτι
κι εγώ π' αγκάλιασα το κάθε τι που πέρασε μπροστά μου
αυτήν που ζητούσα δεν την συνάντησα ούτε στα πιο μεθυ-
σμένα όνειρά μου.
*
Πώς θα ζήσουμε με μια κατάμαυρη σκιά στη θύμιση
επάνω;
Πώς θα κοιμήσουμε τα είκοσί μας χρόνια στη θάλασσα
της λησμονιάς;

Κι όμως θα πρέπει να στήσομε μια πίστη. Εκεί που είναι σήμερα ο ανθρώπινος εξευτελισμός κάποτε θα πρέπει να υπήρξε κάτι όμορφο.

Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πεί-
σω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κά-
ποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και κεφάλι.
*
Μα αλήθεια πες μου εσύ, πώς να νικήσεις εκείνο το
κουρέλι με το σχήμα της καρδιάς σου
Ετούτον τον καπνό που αντιστέκεται στον άνεμο;

Αυτή η αγνή νιότη δόθηκε στο πιο φωτεινό όνειρο με μιαν απλή κι αράγιστη πίστη.

Τραγουδούσαμε σιγά για τις μέρες που θα 'ρχόντανε
φορτωμένες πολύχρωμα οράματα.
Αυτός τραγουδούσε, σωπαίναμε, η φωνή του ξυπνούσε 
μικρές πυρκαγιές
χιλιάδες μικρές πυρκαγιές που πυρπολούσαν τη νιότη μας
Μερόνυχτα έπαιζε το κρυφτό με το θάνατο σε κάθε γωνιά
και σοκάκι.
Λαχταρούσε ξεχνώντας το δικό του κορμί να χαρίσει
στους άλλους μιαν Άνοιξη.
Ήμασταν όλοι μαζί μα θαρρείς πως αυτός ήταν όλοι.

Όσο προχωρούμε νιώθομε μια πίκρα πιο στυφή. Η αγωνία περισφίγγει πιο πολύ. Ο απελπισμός βαθαίνει, γίνεται πιο ζοφερός και αλλόκοτος. Οι εικόνες γίνονται πιο υπαινικτικές, φαινομενικά ασύνδετες, ακατανόητες αλληγορίες γριφώδεις:

Χτυπώντας τους τοίχους της πιο απάνθρωπης αίσθησης...
Να ψάχνεις αδιάκοπα μιαν έρημο
χωρίς ούτ' ένα δέντρο, ένα ρίγος νερών
χωρίς ένα λευκό φόρεμα αγνότητας
χωρίς μιας βεβαιότητας αντίκρυσμα
*
Ζητάς μια λάμπα τόσο ταπεινή μέσα σε τούτο το σκοτάδι
*
Σάπισαν όλα τα περάσματα
φύλακες βλοσυροί σε κάθε πόρτα

Αλλά από πού τούτη η ζοφερή αίσθηση της περιοχής ενός ανέκκλητου θανάτου; Τι τρομαχτικό συντελέστηκε στα βάθη; Ποιος τεκτονικός σεισμός ρήμαξε συθέμελα τα πάντα; Ένας εφιάλτης αόρατος πλακώνει τον άνθρωπο και τον συνθλίβει και τον εκμηδενίζει.

Όταν υπόταξαν τις μέρες μας και τις κρεμάσανε σα
δάκρυα
όταν μαζί τους πεθάνανε σε μια οικτρή παραμόρφωση
τα τελευταία μας σχήματα των παιδικών αισθημάτων.

Η Σιωπή φαίνεται η μόνη περιοχή όπου κανείς προσωρινά μένει απαραβίαστος, όπου είναι δυνατόν να περισώσει κάτι από την ανθρωπιά του.

Ούτε μι' ανθρώπινη φωνή γιατί δεν είχε
ακόμα γεννηθεί καμιά φωνή
Γιατί έχει μείνει κάτι...
άφθαρτο μες στην τέφρα αυτή που καίω
σαν κάθε νύχτα την ανάμνηση θανάτων
πικρών και ανεξήγητων θανάτων
γράφοντας ποιήματα ήχους και λέξεις.
*
Τεντώσου απορρίπτοντας των λόγων σου την πανοπλία
κάθε εξωτερικό περίβλημά σου περιττό
και της Σιωπής το μέγα διάστημα, έτσι,
τεντώσου να πληρώσεις συμπαγής.

Τι καταστροφή λοιπόν συνέβη, που η τρομαχτική της ρομφαία έχει διαπεράσει την καρδιά του ποιητή; Θα τη βρούμε μέσα στην ποίησή του;

Γιατί η ποίηση δεν είναι τρόπος να μιλήσουμε,
αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας.

Για να το δούμε αυτό. Η ποίηση, πράγματι, εδώ εκπληρώνει μια λειτουργία αλληγορικής συμπύκνωσης, ανάλογη με τη  λειτουργία των "συμπτωμάτων" στη νεύρωση, και των "ονειρικών συμβόλων" στον ύπνο. Τα νευρωτικά συμπτώματα και τα όνειρα είναι συμβολική πραγματοποίηση των "απωθημένων", όπου μέσα στην ίδια λειτουργία συνδυάζονται οι απαιτήσεις και των επιθυμιών και του "Υπέρ-Εγώ". Ας θυμηθούμε εκείνο το χαριτωμένο μα τέλεια διαφωτιστικό όνειρο που αναφέρει κάπου ο Freud, θαρρώ: Μια πολύ ενάρετη κοπέλλα είδε στον ύπνο της τον αρχάγγελο Γαβριήλ (τον αρχάγγελο που παρουσιάστηκε στην Παναγία Παρθένο) να της προσφέρει μια καμέλια (αντίς για κρίνο). Έτσι, η κοπέλα μας, παραμένοντας αγνή (Παναγία) γεύεται την αμαρτία ("Κυρία με τις καμέλιες"). Μια παρόμοια λειτουργία συμψηφισμού παίζουν και οι "παραβολές" στην ποίηση του Αναγνωστάκη. Είναι πράγματα που κατακαίουν τα βάθη της ψυχής και πρέπει κατά κάποιο τρόπο να βγουν. Όμως μια τρομαχτική αντιδραστική δύναμη φράζει το δρόμο, απειλώντας με καταστροφή.

Θα σου μιλήσω πάλι ακόμα με σημάδια
με σκοτεινές παραβολές με παραμύθια
γιατί τα σύμβολα είναι πιο πολλά από τις λέξεις
*
Πώς να μιλήσω; Το πλήθος δάμαζε
τους δημηγέρτες και τους πλάνους.
Με στιλέτα καρφώναν τα δικά μου λόγια. Πώς να μιλήσω
όταν στήνονταν μυστικές αγχόνες
σε κάθε πόρτα ενεδρεύοντας τον ύπνο.

Και όμως μιλάει. Ο τοίχος έχει ραγισμάδες. Η σιωπή του δεν είναι στεγανή, ούτε η μόνωσή του απαραβίαστη. Σ΄ αυτή τη θολή φουρτουνιασμένη επιφάνεια υπάρχουν κηλίδες λάδι, που σου επιτρέπουν να ιδείς στον πιο φουρτουνιασμένο βυθό. Ο προσεχτικός αναγνώστης βρίσκει εύκολα τα κλειδιά που τον οδηγούν στα εφιαλτικά δωμάτια όπου χτυπιέται ο σπαραγμός του πνεύματος του ποιητή. Και βρίσκει τους διακόπτες που τα φωτίζουν. Και βλέπομε αμέσως πιο είναι το νόημα των παραβολών και των συμβόλων του ποιητή. Πόσο συγκεκριμένα και καθαρά είναι. Ας γυρίσομε μια και καλή τον κεντρικό διακόπτη:
"9 Θερμιδόρ 1955". Αυτή η μυστηριώδης ημερομηνία είναι κάτω απ' το ποίημα που αρχίζει: "Όταν αποχαιρέτησα τους φίλους...". Η 9 Θερμιδόρ του 1794 είναι η μέρα που οι συνωμότες έδωσαν το σύνθημα για το πογκρόμ εναντίον της Επανάστασης και των Ιακωβίνων, αρχίζοντας απ' τον ίδιο τον Robespierre. Εσήμανε το τέλος της Επανάστασης. Την επαναστατική πλημμυρίδα διαδέχθηκε κύμα αντίδρασης. Οι πρωτεργάτες της Επανάστασης, οι ηγέτες που επικεφαλής των μαζών βρεθήκανε στην πρώτη γραμμή, συνθλίβονται κάτω από το βάρος του νέου διευθυντικού στρώματος, συνασπισμένου με τους χτεσινούς εχθρούς, με την υποστήριξη ενός ύποπτου όχλου. Και τους εξοντώνουν όχι ανοιχτά ως επαναστάτες, ως ιακωβίνους, παρά ως "τρομοκράτες", ως εχθρούς του λαού και της Επανάστασης., της Συνταγματικής Συνέλευσης και της Δημοκρατίας.
Όμως, το έτος 1955 τι σημαίνει "9 Θερμιδόρ";
Ποιοι είναι ο θερμιδοριανοί; Ποιοι είναι οι ιακωβίνοι;

Ο Ανα γνωστάκης υπαινίσσεται το  σ ο β ι ε τ ι κ ό  Θ ε ρ μ ι δ ό ρ.
Ποια είναι η ουσία αυτού του νέου "Θερμιδόρ";
Με "σοβιετικό Θερμιδόρ" εννοούν το processus εκείνο, που κατάληξή του είχε τη νίκη της "γραφειοκρατίας" πάνω στις μάζες, την αποκρυστάλλωση ενός νέου διευθυντικού στρώματος, που, χωρίς τυπικά να έχει σπάσει τους δεσμούς του με την επαναστατική παράδοση και χωρίς να έχει αποσχισθεί από τον μπολσεβικισμό, έγινε ο εξολοθρευτής της μιας και του άλλου. Όπως στο γαλλικό, έτσι και στο σοβιετικό Θερμιδόρ, τα θύματα των εκκαθαρίσεων ήταν οι πρωτεργάτες της Επανάστασης, όλη η παλιά φρουρά του μπολσεβικισμού, οι πιο πιστοί και αφοσιωμένοι στις επαναστατικές παραδόσεις. Και οι κατήγοροί της, οι Εισαγγελείς; Άνθρωποι, που, όταν γινόταν η Επανάσταση, βρίσκονταν στην άλλη μεριά του οδοφράγματος. Ο σχηματισμός του νέου αυτού διευθυντικού στρώματος αλλάζει την structure του κράτους της "δικτατορίας του προλεταριάτου", και, σε βαθμό όλο και πιο σημαντικό, την ταξική σύνθεση της κοινωνίας. Η "Γραφειοκρατία" έχει πια δικά της συμφέροντα, διακεκριμένα και αντίθετα από τα συμφέροντα των μαζών της Επανάστασης και του σοσιαλισμού, και ειδική συνείδηση τάξης "διευθυντικής". Η διαλεκτική της Ιστορίας οδηγεί ίσα σε ανοιχτόν πόλεμο του τρομαχτικού καταπιεστικού μηχανισμού των νέων αυτών προνομιούχων εναντίον των εργατών και των καταπιεζόμενων. Για να βρει ο κόσμος το δρόμο του προς το σοσιαλισμό, θα χρειαστεί μια πρόσθετη αιματηρή επανάσταση των εργατών εναντίον της "Γραφειοκρατίας". Η θερμιδοριανή αντίδραση είναι πηγή αποσύνθεσης για όλες τις εκδηλώσεις των ανθρώπινων σχέσεων και της ανθρώπινης συνείδησης. Το Θερμιδόρ είναι η καταβόθρα μέσα στην οποία συντρίβονται οι ανθρώπινες αξίες, και αναδύονται η προστυχιά, η ανανδρία, η ψευτιά,ο αρριβισμός, η εξαχρείωση.
Αυτή είναι μέ λίγες, πολύ χονδροκομμένες, αναγκαστικά, γραμμές, η αντίληψη για το "σοβιετικό Θερμιδόρ".
Η διάγνωση αυτού του "καρκινώματος" είναι η φοβερή ρομφαία που έχει διαπεράσει την οδυνηρά ευπαθή και ανένδοτα έντιμη συνείδηση του ποιητή, και την έκαμε να αναδώσει τέτοιους σπαραχτικά ζοφερούς, "ακατανόητους" τόνους. Έτσι, αυτή η βαριά και πνιγηρή ποίηση δεν είναι παρά μια λυρική έκθεση συμπτωματολογίας της θερμιδοριανής φθοράς πάνω στους ανθρώπους, και μια υγιής αντίδραση στη φθορά αυτή:

Αυτοί δεν είναι οι δρόμοι που γνωρίσαμε
αλλότριο πλήθος έρπει τώρα στις λεωφόρους
αλλάξαν και των προαστίων οι ονομασίες...
Εδώ οι επίγονοι
λιθοβολούν τους ξένους, θύουν σ' ομοιώματα.
Είσαι ένας άγνωστος μες στο άγνωστο εκκλησίασμα.
...στους σκοτεινούς διαδρόμους χώσου.
Στις δαιδαλώδεις κρύπτες που δεν προσεγγίζει
ούτε φωνή αγριμιού ή ήχος τυμπάνου.
εκεί δε θα σε βρουν.

Η σιωπή δεν είναι μόνο από τρόμο θανάτου. Αν μιλήσεις, κι αν σε αφορίσουν, θα σ' εκμεταλλευτούν αισχρά οι αντίπαλοι.
Τι δράμα οι καλοί μας φίλοι, οι αγνοί συνοδοιπόροι μας που όταν σκοτεινιάζει η ιστορία ξεπουλάνε την ανθρωπιά τους και το πνεύμα τους, κι εντάσσονται "φρόνιμα και ταχτικά" στο μηχανισμό του Θερμιδόρ!...

Ήταν άνθρωποι
πολλοί πολλοί άνθρωποι
Αγκαλιασμένοι
με τα δάχτυλα σφιχτά.
Κι όταν σκοτείνιασε
ύστερα μείναν λίγοι άνθρωποι
Κι ύστερα ακόμα πιο λίγοι...
Κι άλλοι πουλούσαν τα μάτια τους...
γυρίζοντας στον τοίχο τους καθρέφτες

για να μη βλέπουν τον εξευτελισμό τους...

(Σ' αυτούς που λέω τώρα αυτά τα λόγια)

Όσο κι αν είναι βαριά η λύπη από την κατάπτωση, η αηδία μερικές φορές είναι μεγαλύτερη.

Όχι από δω. Λάθος στο φάκελο και στις διευθύνσεις...
Πώς να πιστέψω πως είσαι συ ο Φώτης, όχι ο Κώστας,
όχι ο Θανάσης του Κώστα;
Γιατί αλλάζεις φορεσιές, αλλάζεις χτένισμα, δένεις
αλλιώτικα τον κόμπο της γραβάτας;
...Δε σε γνωρίζω. Ίσως να ταξιδέψαμε μαζί,
όπως λες, με το "Αλκινόη"
Πήγαμε τρεις φορές στο "Θερμαϊκόν", μου πλήρωσες
το τραμ για την Καμάρα.
Μα δε σε ξέρω.Από το δρόμο αυτόν δεν πέρασες ποτέ
σου.
Όχι δεν πιάνω το χέρι σου. Δεν θα κλέψεις
το σχήμα του δικού μου.

Έτσι μπορούμε να φωτίσουμε όλα τα "σκοτεινά" ποιήματα του Αναγνωστάκη. Ιδού "Το Δείπνο" λ.χ. Μια τραγωδία που ξετυλίγεται στα κρυφά, μακριά απ' το πλήθος που παραμένει ανυποψίαστο, μια συνομωσία που εξυφαίνεται ακριβώς εις βάρος του πλήθους. "Στο βάθος κήπος". Κι εκεί μια παρέα συνδαιτυμόνες. Μπορεί να είναι ο γνωστός "Μυστικός Δείπνος". Ή μια απλή συντροφιά άνθρωποι, που ήταν κάποτε φίλοι γκαρδιακοί, αγνοί και απλοί. Ή συνεδρίαση του "Πολιτικού Γραφείου". Μα να η φθορά έχει εισχωρήσει ανάμεσά τους και τους έχει διαβρώσει. Η προδοσία αιωρείται πάνω απ' τα κεφάλια τους. Από στιγμή σε στιγμή θα ξεσπάσει η τραγωδία: Οι Κάιν, οι πιο μαύροι, οι προδότες, θα δολοφονήσουν τους Άβελ, κατηγορώντας τους ακριβώς για "προδοσία".
Αυτό το νόημα της ποίησης του Αναγνωστάκη - σκόπιμα ή ασυναίσθητα - έχει παραποιηθεί φοβερά. Θ' αναφέρω μονάχα δυο τυπικές μορφές παραποίησης. Η μια είναι η αναρχοαμοραλιστική: Σημασία, λέει, δεν έχει τι πιστεύει ή δεν πιστεύει κανείς, το πού διατηρεί κανείς την καθαρή του συνέπεια. Σημασία έχει μονάχα το να τη διατηρεί άσπιλη, πάλλευκη, άρτια, οποιοδήποτε και νάναι αυτό το κεντρικό νόημα, ο ηθικός πυρήνας. Ψέματα! Όταν και οι πέτρες βοούν τι είναι σωστό και δίκιο και τι άδικο και έγκλημα, δεν είναι δυνατόν, υπηρετώντας κανείς έναν απάνθρωπο ή αισχρό σκοπό, να είναι - και να νιώθει - τον εαυτό του άσπιλο, αγνό, πάλλευκο και άρτιο. Ανεξάρτητα όμως από την πολύ απλή αυτή διαπίστωση, για τον Αναγνωστάκη εκείνο που έχει σημασία είναι μια συγκεκριμένη και πολύ καθορισμένη πίστη, αυτή, και με κανέναν τρόπο άλλη.
Η δεύτερη παραποίηση είναι τυπικώς "θερμιδοριανή". Ας μου συγχωρεθεί, αλλά για να την ορίσω θα μεταχειριστώ την έκφραση του Γκέμπελς, μια που αυτός πέτυχε την πιο κλασική διατύπωση: "Αντιστρέφεις την αλήθεια και χτυπάς κατακέφαλα". Αναρωτήθηκαν, λοιπόν, πού θα τον έβγαζε τον Αναγνωστάκη ο "κατήφορος" που πήρε. Είπαν την ποίησή του "παρακμασμένη ποίηση", "τη συνεπέστερη υποστήριξη της παρακμής", διαλυμένη, που έφτασε στην αυτοεκμηδένιση, στο θάνατο, ότι ρίχνει νερό στο μύλο της αντίδρασης, και τα παρόμοια. Κια οι μεν και οι δε ποιανού τα λένε αυτά; Και βέβαια υπάρχει κάποια βαθιά αποσύνθεση. Όμως δε βρίσκεται ούτε στη συνείδηση ούτε στην ποίηση του Αναγνωστάκη:

Κι ΄θελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει.Όμως εγώ
δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα
πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μες στις φλόγες
*
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο...
Όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω

Μέσα σε σπαραχτικές αστραπές της λαχτάρας και της σκέψης, σ' ένα ανακάτεμα τρυφερότητας και σαρκασμού, σε μια πομπή από πυρετικά οράματα, βλέπει πρώτα μια τέλεια καταστροφή τούτου του κόσμου, και ύστερα μιαν από την αρχή διάταξη των στοιχείων του. Θα τη δούμε αυτήν την αλλαγή της κοσμικής σκηνοθεσίας;

Αν επιζήσω της μάχης
*
...Η πόλις φλέγονταν τόσο όμορφα
ασύλληπτα πυροτεχνήματα ανεβαίνανε
στον πράο ουρανό με διαφημίσεις
αιφνίδιων θανάτων κι αλλαξοπιστήσεων.
Σε λίγο φτάσανε και τα μαντάτα πως
καήκαν όλα τα επίσημα αρχεία και βιβλιοθήκες
οι βιτρίνες των νεωτερισμών και τα μουσεία
όλες οι ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεων
και θανάτου - έτσι που πια δεν ήξερε 
κανείς αν πέθανε ή αν ζούσε ακόμα -
όλα τα δούναι και λαβείν των μεσιτών
από τους οίκους ανοχής τα βιβλιάρια των κοριτσιών
τα πιεστήρια και τα γραφεία των εφημερίδων.
Εξαίσια νύχτα τελεσίδικη και μόνη
οριστική...
Έτσι λαφρύς και περιττός πήρα τους δρόμους
βρήκα την Κλαίρη βγαίνοντας
απ' τη Συναγωγή κι αγκαλιασμένοι
κάτω από τις αψίδες των κραυγών
περάσαμε στην άλλη όχθη με τις τσέπες
χωρίς πια χώματα, φωτογραφίες και τα παρόμοια.
Τίποτα δεν πουλιόταν πια.
*
Το άψογο πρόσωπο της Ιστορίας θολώνει
Αρχίζει μια καινούρια μέρα που κανείς δεν την βλέπει
και δεν την υποψιάζεται ακόμα
όμως έχει τρυπώσει μες στις ραφές της καρδιάς...

Οι πιο άξιοι συντρίφτηκαν.

Αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι
*
Έστω, λοιπόν, θα περιμένουμε εδώ τα ξημερώματα
- μπορούμε στη ζωή μας δυο φορές να ξαναρχίσουμε -
*
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους

Μόνοι; Μα να! Ο ανεμοστρόβιλος της Ιστορίας μέσα σε λίγες μέρες ό,τι είναι πικρή σκέψη, τραγωδία και όνειρο ερημικών ατόμων μπορεί να το κάνει φλογερή συνείδηση ολάκερου λαού:

Κι όρθια η πράξη σαν αλεξικέραυνο

τότε πραγματοποιεί τη νέα διάταξη στοιχείων.

Θα ρωτούσε ίσως κανείς. Είναι  π ο ί η σ η  όλα τούτα ή  υ ψ η λ ή  π ο λ ι τ ι κ ή; 
Η διαστολή είναι χωρίς νόημα. Κ ά θ ε  σ τ ά σ η  της ανθρώπινης συνείδησης απέναντι στα θεμελιώδη θέματα του πνεύματος, κάθε αντίδραση πνευματική και συναισθηματική στα συνταραχτικά γεγονότα της κοινωνικής ζωής ανάγονται τελικά σε μια πολιτική θέση.
Βέβαια η εισαγωγή  ι δ ε ώ ν  στην ποίηση είναι αρκετά επικίνδυνη για το ποιητικό αποτέλεσμα. Όμως δεν είναι απαράδεχτη κατ' αρχήν. Οι ιδέες δεν είναι μονάχα νοητικά σχήματα, ψυχρές έννοιες. Διαποτίζουν τη ζωή των ανθρώπων και γίνονται  σ υ ν α ί σ θ η μ α, φανατισμός, πάθος. Για "ιδέες" εξορίζουν τους ανθρώπους, τους φυλακίζουν, βασανίζουν το κορμί τους και την ψυχή τους, περνούν τα τανκς από πάνω τους, τους τσακίζουν τα κόκαλα, τα κεφάλια, τα νεύρα, τους σπρώχνουν ως την παραφροσύνη ή την αυτοχειρία ή τον έσχατον αυτοεξευτελισμό. Με ποιο δικαίωμα, ξεκινώντας από ποιες αρχές δεν θα συγχωρούσε κανείς έναν άνθρωπο να μπάσει μέσα στην ποίησή του το σπαραγμένο τούτο κομμάτι της ζωής του; Δεν είναι υποκρισία, ασέβεια προς τον ανθρώπινο πόνο όταν αρνιόμαστε ένα ποίημα, λέγοντας ότι είναι "πολιτική"; Βέβαια, εκείνο που βαραίνει στην αισθητική κρίση είναι ν' αποκρυσταλλώνονται όλα τούτα - τα αισθήματα, τα πάθη, οι ιδέες - σ' αισθητικές μορφές.
Στους στίχους του Αναγνωστάκη υπάρχει αυτό το ιδιαίτερο ρίγος που χαρακτηρίζει την ποίηση. Ο βηματισμός τους είναι στο ρυθμό των παραληρημάτων, μέσα στο κλίμα υψηλού πυρετού. Τα στοιχεία της οδυνηρής ευαισθησίας, της πίκρας, του σαρκασμού, της τρυφερότητας και της τραχύτητας, της αποκαρδίωσης και της πίστης και του ονείρου, συμπλέκονται σπασμωδικά και ανακατωμένα. Υπάρχει κάτι το ακατάστατο και ατημέλητο. Διαβάζοντας, κοντά στις εξαίσιες ποιητικές αποχρώσεις, σημειώνεις και τις αδυναμίες, μα είναι τόση η εσωτερική ένταση του τραγικού τόνου, που τις προσπερνάς, για να φτάσεις ως το τέλος.

 Μανόλης Λαμπρίδης