Η ΜΙΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ, ΝΥΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 5:35 μ.μ.

0



Αρχαία και σύγχρονη αντίληψη για τη "μίμηση" στην ποίηση, με ερέθισμα την "ποιητική" του Αριστοτέλη

Σε σχέση με την σημερινή αντίληψη περί τέχνης, η αρχή ότι η ποίηση είναι μίμηση - και η αρχή αυτή, παρά τις σποραδικές επικρίσεις, κυριαρχούσε στην ευρωπαϊκή αισθητική μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα - παρουσιάζεται σαν πεζή και υποτιμητική της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Σήμερα εξαίρεται ιδιαίτερα ο δημιουργικός χαρακτήρας της ποίησης. Ο ποιητής, από μέσα του, επεξεργαζόμενος απλά τις εντυπώσεις και τις παρατηρήσεις που του προσφέρει η ζωή, πολλές φορές όμως πλουτίζοντάς την από την ανεξάντλητη εσωτερική του πείρα, συνθέτει ελεύθερα την ποιητική πραγματικότητα. Δημιουργεί έτσι εκ του μη όντος ένα κόσμο προσώπων, καταστάσεων, ψυχικών γεγονότων, ο οποίος δεν υπήρξε ποτέ ως πρότυπο, το οποίο να μιμήθηκε παθητικά ή δουλικά. Γενικά άλλωστε η έννοια της μίμησης - ίσως γιατί χρησιμοποιήθηκε συχνά ο όρος για τη μίμηση λογοτεχνικών προτύπων - συνοδεύεται σε μας με κάτι το ανελεύθερο, το μη παραγωγικό, το μη δημιουργικό, το μη πρωτότυπο. Ενώ αντίθετα θεωρείται ότι το κυριώτερο ακριβώς μέσο δημιουργίας του ποιητή είναι η φαντασία - και τη φαντασία δεν εξαίρουν σχεδόν καθόλου οι αρχαίοι αισθητικοί.
Το αίσθημα αυτό ότι η θεωρία περί μιμήσεως υποβιβάζει την τέχνη, δεν είναι απόλυτα αβάσιμο. Βέβαια την μίμηση, με την έννοια που της δίνει ο Αριστοτέλης, δεν πρέπει να την εκλάβουμε σαν παθητική και δουλική αντιγραφή της πραγματικότητας, όπως ήθελε τα έργα της τέχνης ο νατουραλισμός. Το έργο της μίμησης είναι έργο και προϊόν  τ έ χ ν η ς,  δηλαδή επιστημονικής επεξεργασίας της πραγματικότητας σε ό,τι ουσιώδες, σημαντικό και ανθρώπινα αληθινό περιέχει. Και - ας μη ξεχνάμε - η τέχνη είναι "έξις μετά λόγου αληθούς ποιητική" ή, όπως λέει κατόπιν ο Φιλόστρατος "ξυνίησι και μιμείται τω νω" . Ως προς αυτό και η μίμηση δεν είναι ρεαλιστική αναπαράσταση ενός αισθητού προτύπου, δεν είναι επανάληψη των εξωτερικών φαινομένων, όπως ισχυρίστηκε ο Πλάτωνας . Είναι "παράσταση του είδους του εν τη ψυχή" (Αριστοτέλη, Μεταφυσικά  1032a 32). Γι' αυτό επιτρέπει ή μάλλον επιβάλλει ενεργητική,  δημιουργική επέμβαση του υποκειμένου, όσο αφορά, την επιλογή, την εύρεση, τη διαμόρφωση, την αποκάθαρση, την εμβάθυνση  των στοιχείων που προσφέρει η εμπειρική ή η ιστορική ή η μυθική πραγματικότητα.
Αφ ετέρου όμως πρέπει να αναγνωριστεί ότι η θεωρία του Αριστοτέλη (των αρχαίων γενικά) το κέντρο του βάρους στον καθορισμό της ουσίας της ποίησης το ρίχνει ακριβώς όχι στην δημιουργική παρεμβολή της ψυχής του ποιητή, αλλά στο ίδιο το προϊόν της παρεμβολής  και στη σχέση του με την πραγματικότητα.
Το ποιητικό, γενικά το καλλιτεχνικό, έργο το αντιμετωπίζουμε εμείς σήμερα περισσότερο σαν έκφραση μιας υποκειμενικής ψυχικότητας. Ο αρχαίος το αντικειμενοποιεί: αφήνει κατά μέρος τον δημιουργό του, αφήνει επίσης κατά μέρος την πορεία από την πρώτη του σύλληψη μέχρι την αποτέλεση, και χαίρεται το αποτετελεσμένο έργο σαν κάτι έτοιμο, στην αυτοτέλεια της λογικής και αισθητικής του οργανικής ενότητας, στην άμεση σχέση του με το παριστανόμενο ή συμβολιζόμενο περιεχόμενο της ζωής. Το ποιητικό έργο δεν εμφανίζεται σαν προέκταση του εγώ του ποιητή. Το εγώ του ποιητή ίσα ίσα σβήνει τελείως μέσα στο έργο και το έργο (στην αντίληψη ενός λαού, ο οποίος δημιούργησε το δράμα) προβάλλει ως αυθυπόστατο κομμάτι ζωής. Οι προσωπικές εντυπώσεις του ποιητή ενδιαφέρουν μόνο καθόσον αποκρυσταλλώνονται σε ένα όραμα, τα αισθήματά του μόνο καθόσουν ενσαρκώνονται σε μορφές πλαστικές, οι εμπνεύσεις του μόνο καθόσον συμπυκνώνονται σε εικόνες. Μόνο τότε αποκτούν τον χαρακτήρα του "καθόλου". Ο ποιητής μιμείται, (δηλαδή παριστάνει) πάθη, ήθη, πράξεις κ.λπ., όχι όμως τα δικά του αλλά των ηρώων του. Η αντίληψη περί τέχνης των αρχαίων είναι δραματική, των νεώτερων μάλλον λυρική.
Των αρχαίων το ψυχολογικό ενδιαφέρον στρέφεται όχι περί τον ατομικό ψυχικό βίο ενός προσώπου - αυτό είναι καρπός της χριστιανικής διδασκαλίας περί της αξίας μιας εκάστης ψυχής - αλλά περί την ανθρώπινη ψυχή γενικά και τους καθολικούς, τους πανανθρώπινους νόμους της σκέψης, του αισθήματος, της ενέργειας. Αυτοί είναι που ρυθμίζουν τους τεχνικούς κανόνες κάθε ποιητικού είδους, και τους ψυχολογικούς νόμους του ιδεώδους κοινού, προς το οποίο απευθύνεται, πρέπει απαραίτητα να σεβαστεί κάθε ποιητής, αν θέλει το έργο του να έχει αξία. Γι' αυτό και τα έργα της τέχνης των αρχαίων έχουν λιγότερο έντονο προσωπικό χαρακτήρα , αλλά έχουν αντίθετα διάρκεια, μονιμότητα, καθολικότητα, αναμφισβήτητη στους αιώνες.

Ιωάννης Συκουτρής