ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΜΟΥΝΤΕΣ, ΤΑ ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ / ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΚΑΠΝΙΖΟΝΤΑΣ Μ' ΕΝΑ ΦΙΛΟ / ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΤΙΛΗΣ, ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ, ΨΩΜΙ ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑΣ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 1:37 μ.μ.

0


Ματθαίος Μουντές

Τα αντίποινα

Άργησε να καταλάβει πως ο ουρανός
είναι φυτό φυλλοβόλο.
Έφταιξε η μακριά διαδικασία
να ξεντυθεί τον παλιόν άνθρωπο
καθώς το φίδι το πουκάμισό του.
Τώρα πια χειρίζεται το χρόνο
κατά πώς του αρέσει.
Πέρασε στα σύνορα της ονειροκρατίας.
Μας περιφρονεί. Αφήνει κάτω από τις
πόρτες μας αντί για επισκεπτήρια
στελέχη των αεροπορικών του εισιτηρίων.
Βρίσκεται κοντά στην απόγνωση του Θεού.
Δεν μας φοβάται πια.
Έπνιξε τη σκοτοφοβίνη, που είναι
ο φορέας του μηνύματος του φόβου
-αυτό υποστηρίζει ο καθηγητής
Κύριος Ουγκάρ.-
Ούτε και τα αισθήματά του πια φοβάται.
Στο ίδιο μελέτημα πληροφορήθηκε
πως τα αισθήματα δεν είναι
τίποτε άλλο παρά απλές
εκρήξεις αμινοξέων. Και όχι μόνο αυτό.
Κατάφερε να αποκρυπτογραφήσει
ολόκληρο τον χημικό κώδικα
και των δικών μας συναισθημάτων.
Δεν μας φοβάται πια. Οι λέξεις του
κριθαρένιο ψωμί κι οι αριθμοί του
όλοι θετικοί, με ρίζα.
Τετραγωνική, κυβική, νιοστή ρίζα.
Του ετοιμάσαμε έναν ουρανό γεμάτο πύον
ένα καιρό σαν κακοφορμισμένη πληγή.
Εκείνος άνοιξε την πόρτα του
στον άνεμο. Ήταν ντυμένος
με την ερημιά των προφητών.
Μας χαμογέλασε γιατί δεν φοβάται
την πτώχευση. Έχει το κριθαρένιο ψωμί
είναι ο προμηθευτής των χαρταετών.
Έχει ανοιχτή την πόρτα του στον άνεμο.
Δεν κρυώνει. Τον ντύνει η ερημιά
των προφητών.



_____

Σπύρος Τσακνιάς

Καπνίζοντας μ’ ένα φίλο

Κάποτε θα μετακομίσω. Θα εγκατασταθώ μονίμως σ’ ένα ευρύχωρο παρελθόν δίπλα στη θάλασσα. Το σούρουπο θ’ ακούω τον ουρανό να ψιθυρίζει μυστικά στις μολόχες και τα χαμομήλια. Μετά θ’ ανοίγω τα παράθυρα στις σκιές της νύχτας. Περνούν

Τα χρόνια, ασπρίζουν, γίνονται σαν τις λαμπάδες της Αναστάσεως. Και τι ποιήματα θα γράψεις που θα τα πάρουνε τα κύματα. Προσπαθώ απλώς να διατηρήσω μερικά φαντάσματα, όμως το σπίτι είναι γεμάτο χαραμάδες, βγαίνουν στο δρόμο, τα πατάνε τ’ αυτοκίνητα.

Πώς μπορεί να μένει αδιάφορος κανείς μπροστά σε τόση καταστροφή; Κι όμως, τον περισσότερο καιρό δεν συλλογίζομαι τίποτε ή θυμάμαι κάτι ξεχαρβαλωμένες μελωδίες και στεναγμούς αποχαιρετισμών ή παίρνω μια γομολάστιχα και σβήνω λογαριασμούς που μια ζωή κρατούσα με σχολαστική ακρίβεια. Τότε

Έρχεται ένας ηλικιωμένος άντρας με πράο ύφος κι άσπρα μαλλιά, κάθεται διστακτικά στην άκρη του καναπέ όπως κάνουν πάντα οι φτωχοί. Η ανάσα του μοσχοβολάει άγια σοφία, θέλω να του πω πως έτσι φανταζόμουν πάντα τη δικαιοσύνη, αλλά φοβάμαι ότι κι οι πιο ανώδυνες λέξεις θα σκοντάψουν στην άτρωτη αμηχανία του.

Του μιλώ απλώς για τα μελλοντικά μου σχέδια και για τη μετακόμιση, εκείνος ακούει με προσήνεια ώσπου το σούρουπο γυρίζει σε βαθύ σκοτάδι και δεν διακρίνονται παρά οι καύτρες των τσιγάρων μας. Φεύγει αθόρυβα ψιθυρίζοντας καληνύχτα  κι εγώ ντρέπομαι που μια καλή φιλία σκέφτηκα προς στιγμήν να την πω δικαιοσύνη.

_____


Γιάννης Πατίλης

Καθαρά Δευτέρα

Όταν ξυπνήσεις
και δεις σκοτεινιασμένο ουρανό
με σύντομες βροχές και
με αέρα
την ευκαιρία μη φοβηθείς
και χάσεις να αμολήσεις
πάλι τον χαρταετό
κρατώντας από μέσα την
καλούμπα.

*

Ψωμί της κάθε μέρας

Μνήμη σημαίνει να ξεχνάς τους ορισμούς
λέξη σημαίνει σύμπλεξη με το άλεκτο
βλέπω σημαίνει λείπω απ' το ορατό
Απείραχτο άσε το Κεφάλαιο του Κόσμου
και ζήσε απ' τους τόκους
μέσα στο σάλο των γνωστών πραγμάτων
γίνε εσύ πάλι το Σημείο Μηδέν
και βγάλε το ψωμί της κάθε μέρας