ΜΑΤΣΟΥΟ ΜΠΑΣΟ, ΙΑΠΩΝΙΑ..., ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 10:36 μ.μ.

0

Ιαπωνία, Ματσούο Μπασό (1644-1694),


Πέντε χαϊκού

Ένα κοράκι στο γυμνό κλαδί.
Πέφτει το λυκόφως
του Φθινοπώρου.
__________

Βουνίσιο μονοπάτι.
Άρωμα από άνθη δαμασκηνιάς.
Ξαφνικά ο Ήλιος ανατέλλει.
__________

Ο Ματσούο Μπασό
Θεέ βουνίσιε, θα’ σουν καλός
αν θωρούσα το πρόσωπό σου
μές απ’ τ’ άνθη της αυγής.
___________

Μάταιοι θνητοί.
Και στων λουλουδιών την πόλη
φτάνει ο άνεμος του Φθινοπώρου.
____________

Φούρου ίκε για.
Κάβαζου τόμπι
κομού μίζου νο οτό.

Παλιά λιμνούλα.
Ένας βάτραχος βουτά.
Ήχος του νερού.

Ο Ματσούο Κινσάκου Μπασό (Ματσούο Μονεφούσα) γεννήθηκε στο Ουένο της επαρχίας Ίγκα της Ιαπωνίας και πέθανε στην Οζάκα. Μετά το 1680 αποτραβιόταν συχνά σε μια καλύβα στα περίχωρα του Έντο (σημερινό Τόκιο), όπου ζούσε σαν ερημίτης με τη συντροφιά μιας μπανανιάς (basho) που φύτεψε στο κατώφλι του. Έτσι καθιερώθηκε και το όνομα Μπασό. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε ταξιδεύοντας και ζωγραφίζοντας για να αντλήσει έμπνευση, αντιλαμβανόμενος την ποίηση σαν Κάντο (ιδιαίτερο δρόμο) και σαν πηγή της φώτισης (Σατόρι). Θεωρείται δημιουργός του χαϊκού και ο μεγαλύτερος, μαζί με τον Γιατάρο Κομπαγιάσι Ίσσα (1763-1827) εκπρόσωπός του. Τα ποιήματά του συγκεντρώθηκαν από τους μαθητές του στις "Εφτά συλλογές της σχολής του Μπασό" (1774).

Χαϊκού. Η ανθρώπινη σοφία σε λακωνικά τρίστιχα

Τα χαϊκού- κάποτε δεκαεφτασύλλαβα διαμάντια- λακωνικά ποιητικά τρίστιχα με ολιγοσύλλαβες λέξεις, που εμφανίστηκαν τον 15ο με 16ο αιώνα και υπήρξαν ιδιαίτερα προσφιλή και διαδεδομένα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, κατέχουν διακεκριμένη θέση στην ιαπωνική ποίηση, καθώς εναρμονίζονται με την αντίληψη ότι ο κόσμος είναι, ανά τους αιώνες, ο ίδιος: σταθερός, αμετάβλητος, αναλλοίωτος. Γι’ αυτό, όσο πιο καλά ξέρει κανείς τον κόσμο τόσο πιο οικονομημένα, με μεγαλύτερη συντομία, μπορεί να μιλήσει γι’ αυτόν. Η τέχνη του ελαχίστου. Ένα τόσο μικρό ποίημα είναι λογικό να μη δίνει παρά μόνο το περίγραμμα μιας εικόνας ή κάποιο ξεχωριστό στοιχείο της. Μέσα στις 17, συνήθως, συλλαβές του δεν χωρούν λεπτομέρειες. Ωστόσο, το καλό χαϊκού έχει σαφήνεια. Αντλεί γοητεία όχι από την αοριστία αλλά από τη δύναμη και την πυκνότητα του υπαινιγμού. Ο Αντρέι Ταρκόφσκι στην έμμεση αυτοβιογραφία του «Σμιλεύοντας το χρόνο» παρατηρεί: «Το χαϊκού επεξεργάζεται τις εικόνες του, έτσι ώστε να μη σημαίνουν τίποτα πέρα από τις ίδιες, ενώ ταυτόχρονα εκφράζουν τόσα πολλά, που είναι αδύνατον να συλλάβει κανείς το τελικό τους νόημα. Oσο πιο πιστά ανταποκρίνεται μια εικόνα στη λειτουργία της τόσο πιο δύσκολα περιορίζεται σε μια σαφή εγκεφαλική διατύπωση.
Ο αναγνώστης του χαϊκού πρέπει να απορροφηθεί, να βυθιστεί μέσα στο ποίημα όπως μέσα στη Φύση, να χαθεί μέσα στα βάθη του όπως μέσα στο σύμπαν, όπου δεν υπάρχει ούτε βυθός ούτε επιφάνεια».
Γιώργος Κορδομενίδης

«Ο Μπασό έδωσε στο χαϊκού την περιεκτικότητά, το ηθικό βάθος και την ευγένεια της βουδιστικής του ευλάβειας, σε πυκνές εικόνες όπου η εφήμερη ζωή ανοίγεται ακαριαία στην αιωνιότητα, αποκαθαίροντάς το από την επιπολαιότητα και τη χυδαιότητα των προκατόχων του».
Διονύσης Καψάλης

Τα τέσσερα πρώτα χαϊκού αποδόθηκαν από τον Γιώργο Τσακιράκη. Το χαϊκού του βατράχου μεταφράστηκε κατά λέξη.

[ο ονομασία «χαϊκού» προήλθε πιθανό αργότερα απ’ τον Μασαόκα Σίκι (1867-1902), ο οποίος συνένωσε τις συλλαβές των άλλων ειδών χάικαϊ νο ρένγκα και χόκου, ίσως για να τονίσει την ελεύθερη μορφή των χαϊκού].